Τις τελευταίες μέρες παρατηρείται ένας οιωνεί πολεμικός αναβρασμός στα σύνορα μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας με επίκεντρο της περιοχές της Κριμαίας και της ανατολικής Ουκρανίας. Ο αναβρασμός αυτός οδηγεί σε μια κούρσα μεταφοράς στρατευμάτων στα σύνορα αλλά και την εμπλοκή τρίτων στην διαμάχη μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας η οποία εν πάσει περιπτώσει χρονολογείται από την ανεξαρτητοποίηση της Ουκρανίας γενικά και ειδικότερα από την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία τον Μάρτιο του 2014. Υπήρξαν και υπάρχουν σποραδικές ή και μεμονωμένες συγκρούσεις, ειδικά στα τμήματα που ελέγχονται από Ρώσους αυτονομιστές ή φιλορωσικές δυνάμεις στην περιοχή του Ντονμπάς στην ανατολική Ουκρανία, η οποία εν πολλοίς ελέγχεται από αυτές τις δυνάμεις, ενώ αρκετοί εκ των κατοίκων της κατέχουν ρωσικά διαβατήρια.
Η παρούσα κρίση μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας έχει το ιδιαίτερο δικό της γεωπολιτικό ενδιαφέρον, αφού φαίνεται ότι υποβόσκει μια έντονη αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης – Ρωσίας όσον αφορά στο μέτωπο της Ουκρανίας. Η Ουκρανία, που επιθυμεί την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, παραμένει βαθιά προσηλωμένη στην Δύση πλέον, έχοντας την στήριξη του ΝΑΤΟ αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που χρησιμοποίησε πολλάκις την στάση της Ρωσίας στο ουκρανικό για την επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Αν και αποκλείεται σε μεγάλο βαθμό η άμεση εμπλοκή του ΝΑΤΟ σε μια ενδεχόμενη σύρραξη μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, είναι δεδομένο ότι η στάση των Συμμάχων είναι έντονα υποστηρικτική προς την Ουκρανία, ενώ δεδομένη πρέπει να θεωρείται και η υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Ουκρανία.
Σημαντική συνιστώσα στην υποβόσκουσα κρίση στην περιοχή αποτελεί η στάση της Τουρκίας, η οποία τάσσεται φανερά στο πλευρό της Ουκρανίας. Ο παραλληλισμός της διαφορετικής στάσης σε σχέση με την Ρωσία, όσον αφορά στην Τουρκία, είναι η δράση των δυο στο πολεμικό μέτωπο της Συρίας, όπου βρέθηκαν και παραμένουν σε διαφορετικά στρατόπεδα, με το γεωπολιτικό παίγνιο να είναι ακόμη πιο έντονο στην περίπτωση της Ουκρανίας, αφού η Τουρκία διατηρεί ιδιαίτερες σχέσεις τόσο με την Ρωσία όσο και με την Ουκρανία. Ενδεχομένως η Τουρκία να μην επιθυμεί την περαιτέρω ανάδειξη της γεωπολιτικής επιρροής της Ρωσίας στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, κάτι το οποίο φαίνεται από την μη αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας το 2014 αλλά και από μια σχετική με το θέμα δήλωση του Προέδρου Ερντογάν το 2016 ότι η Μαύρη Θάλασσα μεταλλάσσεται σε μια ρωσική λίμνη και ότι θα πρέπει να υπάρξει αντίδραση σε αυτό το γεγονός. Να υπομνησθεί ότι η δήλωση αυτή έγινε μετά την μεταφορά ρωσικών πυραύλων στην Κριμαία με βεληνεκές 2,400 χλμ. την στιγμή που η Κωνσταντινούπολη απέχει 600 χλμ. από την Κριμαία. Να υπομνησθεί, επίσης, ότι η Τουρκία μόλις των Οκτώβριο του 2020 ανακοίνωσε την ανακάλυψη 405 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου στην Μαύρη Θάλασσα, γεγονός που δηλώνει και την σημασία που η ίδια αποδίδει στον τομέα της ενέργειας και των υδρογονανθράκων, κάτι που ούτως ή άλλως βλέπουμε να αποτυπώνεται στην στάση της Τουρκίας σε σχέση με την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας, την υφαλοκρηπίδα της Ελλάδας αλλά και την επιλειτουργία του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου.
Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θεώρησης της στάσης της Τουρκίας θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν τα κάτωθι δεδομένα και ανάλυση: Η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα στο εσωτερικό της και μια ασταθή εσωτερική πολιτική κατάσταση. Το 2023 θεωρείται ως μια κρίσιμη ημερομηνία, όπου πρωταρχικός στόχος του Ερντογάν είναι η σταθεροποίηση του υφιστάμενου προεδρικού συστήματος, με τις υπέρμετρες εξουσίες που δίνονται στον Πρόεδρο της χώρας. Ο Ερντογάν διοικεί με αυταρχικότητα και αυτό επηρεάζει την εσωτερική πολιτική σκηνή της χώρας και ειδικά την ποιότητα, ρόλο και αντιδραστικότητα της αντιπολίτευσης. Οι εκλογές στην Τουρκία τα τελευταία χρόνια δεν είναι δημοκρατικές αλλά αναπαράγουν τον κυβερνητικό λόγο. Η μεγαλύτερη έγνοια του Ερντογάν είναι η κατοχύρωση της εξουσίας. Την ίδια ώρα, όμως, ανοίγει νέα μέτωπα στο εξωτερικό – βλ. εμπλοκή στην ρωσο-ουκρανική κρίση σήμερα, την προηγούμενη εμπλοκή στη Συρία, στην Λιβύη κ.ο.κ. Ο οραματισμός του Ερντογάν αφορά ακριβώς την αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας και στο να καταστεί η Τουρκία μια περιφερειακή δύναμη που έχει λόγο και ρόλο στα γεωπολιτικά ζητήματα της ευρύτερης περιφέρειας στην οποία ευρίσκεται. Σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι καθόλου τυχαία η προώθηση, τα τελευταία χρόνια για παράδειγμα, της «Γαλάζιας Πατρίδας», που αφορά και την Ελλάδα αλλά και την Κύπρο.
Η σχέση της Τουρκίας με την Ρωσία είναι συναλλακτική. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να δούμε τα όρια της σχέσης αυτής, ειδικά όταν η αντίδραση της Τουρκίας είναι αντίθετη με ζητήματα εθνικής ασφάλειας της Ρωσίας αλλά και της προέκτασης της επιρροής του ΝΑΤΟ στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας. Υπάρχουν πολλά συμφέροντα τα οποία διακυβεύονται και ξεφεύγουν των παραδοσιακών φιλικών σχέσεων που ακολουθούνταν στις διεθνείς σχέσεις στο παρελθόν. Το ισοζύγιο είναι εκκρεμές και αυτό αποτελεί το νέο δεδομένο που παρατηρούμε σε γεωπολιτικό επίπεδο στην ευρύτερη περιοχή. Σε αυτά τα πλαίσια η κατάληξη, με τον ένα ή άλλο τρόπο, της ρωσο-ουκρανικής κρίσης θα είναι ιδιαίτερα σημαντική αφού θα καταδείξει τα όρια των γεωπολιτικών σχέσεων και συμφερόντων που ενυπάρχουν στην περιοχή στην οποία τεκταίνεται αυτή η στιγμή η κρίση.